Ενεργητικές, συμμετοχικές, πειραματικές, βιωματικές
διαδικασίες των ΦΕ στο Γυμνάσιο αλλά και στο Λύκειο ενισχύουν σημαντικότατα και
την πολύπλευρη διαδικασία της αξιολόγησης του μαθητή γιατί μ’ αυτές εκτιμάται
όχι μόνο η νοητική του ικανότητα, αλλά και η χειρωνακτική του δραστηριότητα και
η ψυχο-συναισθηματική του στάση.
Πρέπει μέσω πειραματικών, διαλεκτικών, βιωματικών και
διερευνητικών μεθοδολογικών δράσεων, να προκαλούν γνωστική σύγκρουση με τις
βαθειά ριζωμένες (και πλανεμένες συνήθως)στερεότυπες ιδέες των μαθητών.
Η νέα γνώση δεν μπορεί να αφομοιωθεί παθητικά, παρά μόνο
ενεργητικά από τον ίδιο τον μαθητή.
Η έννοια του λάθους αποκτάει τη σημασία μιας άλλης
εναλλακτικής ιδέας.
Η εννοιολογική αλλαγή και τακτική των αρχικών αντιλήψεων,
ιδεών και στάσεων του μαθητή επαφίεται στη μεθοδολογική παρέμβαση του
διδάσκοντα.
Πολλοί αποφοιτούν ακόμα και από τα πανεπιστήμια χωρίς να
έχουν «επί της ουσίας» κατανοήσει τις έννοιες της επιστήμης τους.
Στη Δευτεροβάθμια κυρίαρχες ακόμα παραμένουν η
θεωρητικολογία, ο μονόλογος και η νοησιαρχία, που αποκλείουν κάθε ενεργητική,
ερευνητική, εργαστηριακή και χειρωνακτική διδακτική διαπραγμάτευση.
Στη διδασκαλία της Φυσικής στο Λύκειο η «εμμονή στην άκρατη
τυπολατρία» νόμων, αρχών και μαθηματικών σχέσεων πνίγουν την ομορφιά του μαθήματος,
αλλά και το ενδιαφέρον των μαθητών.
Πρέπει να αναπτυχθεί, μέσω της διδασκαλίας και της Φυσικής,
η ικανότητα γλωσσικής έκφρασης.
Πρέπει να ενσωματωθεί στη διδακτέα ύλη η ιστορική,
φιλοσοφική και επιστημολογική εξέλιξη της Φυσικής Επιστήμης.
Ο ρόλος του δασκάλου Φυσικής πρέπει να επεκτείνεται και στην
κριτική διερεύνηση, αξιολόγηση και βελτίωση της εκπαιδευτικής πραγματικότητας,
η οποία επηρεάζει σημαντικά το διδακτικό του έργο.
Οι ποιοτικές μικροέρευνες που κάμνει στην τάξη του ο
δάσκαλος Φυσικής έχουν χαρακτήρα όχι μόνο συνειδησιακό, διαγνωστικό,
αυτοκριτικό και αυτογνωσιακό, αλλά και ενισχυτικό και εμψυχωτικό.
Ο δάσκαλος Φυσικής έχει το δικαίωμα να προσαρμόζει τις
σχολικές γνώσεις και ικανότητες στις ιδιαίτερες
ανάγκες των μαθητών του.
Το (υπό μάθηση) διδακτικό θέμα τίθεται σε μορφή ερωτήματος ή
προβλήματος, μελετούμενο μέσω όλων των έντυπων και μη πηγών πληροφόρησης.
Η διδασκαλία των ΦΕ οφείλει να εμπλέκει ψυχολογικά,
φιλοσοφικά, ιστορικά, επιστημολογικά, κοινωνιολογικά και
γλωσσολογικά στοιχεία που συναντώνται σε άλλες γνωστικές περιοχές του σχολικού
προγράμματος, αλλά κυρίως αντλούνται από την αναγκαία στενή σχέση της
«πολυδιάστατης κουλτούρας» του καθηγητά Φυσικών με τη ζώσα, καυτή και επίκαιρη
πραγματικότητα.
Αγγίζοντας κανείς βιωματικά την πραγματικότητα και όπως αυτή
«παρουσιάζεται» ενώπιόν του, μπορεί εύκολα –στη συνέχεια- να απαγκιστρωθεί απ’
αυτήν, κατανοώντας τις αντιφάσεις της.
Η διδασκαλία των ΦΕ θέλει ήπιο πλαίσιο σχέσεων
δασκάλου-μαθητή.
Πρέπει ο δάσκαλος των Φυσικών να φτάσει τον ρόλο του
καθοδηγητή, συνερευνητή, συντονιστή και εμψυχωτή διδακτικών- μαθητικών
δραστηριοτήτων που αφορούν τις ΦΕ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου