ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟΝ 49ο ΨΑΛΜΟ (συνέχεια)
Γι αυτούς που αμφισβητούν ότι ο Χριστός είναι Θεός
υπάρχει πλήθος αποδείξεων για να το μάθουν, από τα τότε, από τα σημερινά, από
το πως γεννήθηκε, τον αστέρα, τους μάγους, τις προφητείες για την γέννησή του …
επειδή τέτοια είναι η αλήθεια, έχει αφθονία αποδείξεων (πριν χρόνια σε κάποιο
Λύκειο δυο συνάδελφοι ένας Φιλόλογος κι ένας Μαθηματικός ισχυριζόντουσαν ότι
δεν υπήρξε ο Χριστός. Οπότε τους ρωτάω, ο Μέγας Αλέξανδρος υπήρξε ; Δεν
τόλμησαν να ισχυριστούν ότι δεν υπήρξε, επομένως αφού υπήρξε ο Μέγας Αλέξανδρος
που έζησε 300 χρόνια πριν τον Χριστό, άφησαν αυτό το επιχείρημα. Φυσικά δεν
φαντάστηκε ο Φιλόλογος ότι ο Μαθηματικός θα γινόταν Διευθυντής την επόμενη
χρονιά και θα τον έσερνε μαζί με άλλους 40 καθηγητές στα δικαστήρια. Εγώ
ευτυχώς είχα αλλάξει Λύκειο).
«καὶ ἀναγγελοῦσιν οἱ οὐρανοὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, ὅτι
ὁ Θεὸς κριτής ἐστι». Εδώ νομίζω μιλάει για την δικαιοσύνη, την πολλή κηδεμονία
του, την φιλανθρωπία του προς εκείνους τους ίδιους (τους Ιουδαίους), την
πολυποίκιλη φροντίδα του για όλους τους ανθρώπους, που επιδείχθηκε με την
δημιουργία, με τον νόμο, με την χάρη, με τα ορατά, με τα αόρατα, με τους
προφήτες, με τους αγγέλους, τους αποστόλους, με τις απειλές, με τις ευεργεσίες,
με την τάξη που υπάρχει στον χρόνο.
«ἄκουσον».
Επειδή ήταν ράθυμοι και διαλυμένοι (εσωτερικά) και ούτε για λίγο δεν έκαμναν
ησυχία ν’ ακούσουν την ανάγνωση του νόμου… και κάποιος βασιλιάς απείλησε έναν
προφήτη να σταματήσει να μιλάει επειδή δημιουργούσε ταραχή στον λαό (θυμάμαι
πριν 30 χρόνια πόσες ιστοριούλες έλεγα στους μαθητές στα κενά τους κι ακούγανε
οι καημένοι, ενώ σήμερα δεν μπορούμε ούτε να τους έχουμε στα κενά τους μέσα
στην αίθουσα!).
« ὁ Θεὸς ὁ
Θεός σου εἰμι ἐγώ». Δεν έβαλε τυχαία τον διπλασιασμό, αλλά επειδή μιλούσε προς
αναίσθητους, και πωρωμένους κι ανθρώπους που είχαν κλείσει τ’ αυτιά τους. «οὐκ ἐπὶ
ταῖς θυσίαις σου ἐλέγξω σε, τὰ δὲ ὁλοκαυτώματά σου ἐνώπιόν μου ἐστὶ διαπαντός».
Γι αυτό τους κατηγορούν (τους Ιουδαίους) και οι
άλλοι προφήτες, επειδή παραβλέποντας το σπουδαιότερο μέρος της αρετής στήριζαν
τις ελπίδες τους στις θυσίες … δεν νομοθέτησε τις θυσίες ο Θεός επειδή τις
ήθελε, αλλά από συγκατάβαση προς την πνευματική αδυναμία τους … επειδή τον Θεό
πρέπει να τον λατρεύουμε όχι με καπνό και κνίσα, αλλά με τρόπο ζωής άριστο και
ασώματο και νοερό. Δεν είναι όμως έτσι οι δαίμονες (οι θεοί) των ειδωλολατρών,
αυτοί ζητούν τις θυσίες.
Αλλ’ όμως δεν είναι έτσι ο Θεός
μας. Εκείνοι επειδή διψούν για ανθρώπινα αίματα και θέλοντας σιγά σιγά να τους
οδηγήσουν σ’ αυτές τις αιμοχαρείς πράξεις (ανθρωποθυσίες), ζητούσαν συνεχώς τις
θυσίες, ενώ αυτός (ο Θεός μας) και από την θυσία των ζώων θέλησε να μάς απομακρύνει,
την οποία από συγκατάβαση επέτρεψε. (συχνά στην Γραφή κατηγορεί ο Θεός τους
Ιουδαίους πως όταν άφηναν την πίστη σ’ αυτόν και λάτρευαν άλλους θεούς,
θυσίαζαν τα παιδιά τους !). «οὐ δέξομαι ἐκ
τοῦ οἴκου σου μόσχους οὐδὲ ἐκ τῶν ποιμνίων σου χιμάρους. ὅτι ἐμά ἐστι πάντα τὰ θηρία τοῦ δρυμοῦ, κτήνη ἐν
τοῖς ὄρεσι καὶ βόες· ἔγνωκα πάντα τὰ
πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, καὶ ὡραιότης ἀγροῦ μετ᾿ ἐμοῦ ἐστιν».
Αν ήθελα, τούς λέει, με θυσίες να
λατρεύομαι, αφού είμαι κύριος όλης της οικουμένης και δημιουργός των πάντων, θα
μπορούσα να ετοιμάζω για μένα πλούσιες θυσίες. Μετά, για να τους πλήξει
περισσότερο, πρόσθεσε «ἐὰν πεινάσω, οὐ μή σοι εἴπω· ἐμὴ γάρ ἐστιν ἡ οἰκουμένη
καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς». (κατάλαβα ότι η λέξη πλήξη είναι από το πλήττω, που
σημαίνει πληγώνω, δηλαδή όταν αισθανόμαστε πλήξη, πληγώνουμε τον εαυτό μας).
Θέλω να λάβω από εσένα τα δικά μου, ώστε με τον τρόπο αυτό να σε κερδίσω προς
την αγάπη μου, και να σε απομακρύνω από την συνήθεια των ματαίων (δυστυχώς
σήμερα οι περισσότεροι Έλληνες όχι δεν αγαπάμε αλλά ούτε σκεφτόμαστε καν τον
Θεό και ζούμε σαν ναρκωμένοι από την τεχνολογία μας).
«μὴ φάγομαι κρέα ταύρων, ἢ αἷμα τράγων
πίομαι;». Αυτά δεν διέταξα, λέει (ο Θεός), ούτε τους ανθρώπους να τα κάμνουν,
αλλά όρισα και μεγάλη τιμωρία σ’ εκείνους που τρώνε το αίμα … «θῦσον τῷ Θεῷ θυσίαν
αἰνέσεως» δηλαδή ευχαριστίας, ύμνων ιερών, της δοξολογίας, με τα έργα … ας
είναι τέτοια η ζωή σου, ώστε να δοξολογείται ο Κύριός σου, και τότε πρόσφερες
την πρέπουσα θυσία. Αυτή την θυσία ζητάει και Παύλος λέγοντας «παραστήστε τα
μέλη σας θυσία ζωντανή, αγία, ευάρεστη στον Θεό» (Ρωμ.12,1).
«καὶ ἀπόδος τῷ ῾Υψίστῳ τὰς εὐχάς σου». Εδώ
εννοεί τις θερμές παρακλήσεις, ώστε να επιμένουμε συνεχώς στην προσευχή μας και
να αποδίδουμε γρήγορα εκείνα που υποσχόμαστε. Και καλά είπε «ἀπόδος» επειδή
μετά την υπόσχεση το πράγμα γίνεται χρέος. Και εσύ είτε ελεημοσύνη υπόσχεσαι
είτε σώφρονα βίο είτε κάτι άλλο παρόμοιο, βιάσου να το εκπληρώσεις. Βέβαια αν
κάποιος το εξετάσει, κι αν ακόμα δεν υπόσχεται, χρωστάει στον Θεό τα έργα της
αρετής ... γι αυτό πρέπει να μην αργήσεις, σκεπτόμενος το άγνωστο του θανάτου,
και ότι δεν είσαι κύριος της ζωής και της από εδώ αποδημίας.
«καὶ ἐπικάλεσαί με ἐν ἡμέρᾳ θλίψεώς
σου, καὶ ἐξελοῦμαί σε, καὶ δοξάσεις με». Γιατί είπε, «ἐπικάλεσαί με» ; γιατί
περιμένει να τον καλέσουμε σε βοήθεια ; Επειδή θέλει να εξοικειωθούμε
περισσότερο μαζί του, και να κάνει θερμότερη την αγάπη μας προς αυτόν, και με
την αρετή και με τις ανταμοιβές του και με την προσευχή (δεν είναι πιο σίγουρο
να πετύχουμε κάτι όταν το προσπαθούμε από πολλές μεριές ;) … και ενώ με την
αρετή σου μόνο τον εαυτό σου ωφελείς, ο Θεός σε ανταμείβει σαν να ωφέλησες
αυτόν. Και πριν από τους στεφάνους εκείνους (στην άλλη ζωή), δεν είναι μικρή
ηδονή να ζεις με αγαθή και ήσυχη συνείδηση και να πετάει η ψυχή σου από τις
χρηστές ελπίδες (λέει ο π. Νικόλαος Λουδοβίκος ότι οι 8 στους 10 ανθρώπους που πεθαίνουν
φυσιολογικά, στην πραγματικότητα αυτοκτονούν, επειδή με τον τρόπο που ζουν επιταχύνουν
τον ερχομό του θανάτου !).
«ἡμέρᾳ θλίψεώς σου» δεν εννοεί εδώ
τις μέρες των συμφορών ούτε των περιστάσεων, αλλά είτε αμαρτία σε πολεμάει,
είτε διάβολος σε πολιορκεί εισάγοντας πονηρές επιθυμίες, θ’ απολαύσεις πολλή
βοήθεια. Δεν θα σφάλλει κανείς λέγοντας ότι εννοεί και την μέλλουσα ημέρα, της
αιώνιας κόλασης, επειδή εκείνη η θλίψη είναι χωρίς τέλος. Εδώ και ο θάνατος
ερχόμενος δίνει τέρμα στις συμφορές, και φίλοι παρηγορούν, και η ελπίδα ότι θα
αλλάξουν τα πράγματα, και η δυστυχία των άλλων, μαλακώνουν την θλίψη. Εκεί όμως
δεν θα υπάρχει τίποτα απ’ αυτά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου