15ο μέρος
Αλλά φέρεται ως επιχείρημα ότι η απλοποίηση γίνεται για να μην κουράζονται τα παιδιά. Γι’ αυτό, καταργείται η διδασκαλία της γλώσσας των πατέρων μας. Γι’ αυτό, καταργούνται οι τόνοι.
Και ποιος μας είπε ότι δεν θέλει ή δεν πρέπει το παιδί να κουράζεται ;
Πρέπει αυτός που δίνει την αγωγή και προσφέρει παιδεία να ξέρει ποιος κόπος θα ξεκουράσει τον μαθητή και ποια ξεκούραση θα τον φέρει σε αδιέξοδο και ναυτία. Ποια αγωγή θα τον φέρει στην ελευθερία του πνεύματος, θα τον ανδρώσει, και θα είναι ευγνώμων γι’ αυτόν που του έμαθε που και πώς να κουράζεται, για να ξεκουράζεται τώρα στην πηγή της ζωής, τη χαρά που νικά τον θάνατο, όπου τον οδήγησε ο κόπος της παιδείας.
Ποιος μας έδωσε το δικαίωμα, από πού το πήραμε, να καταδικάζουμε δια μιας σ’ αυτή τη σκοτεινή αμάθεια όλα τα παιδιά;
Ποιος μας είπε, που το βρήκαμε γραμμένο ότι όλα τα παιδιά είναι τόσο αφελή και τιποτένια, και χωρούν οι προοπτικές, οι δίψες, οι εφέσεις και απαιτήσεις τους στα στενά και σκυθρωπά όρια που θέτει η αγωγή που τους δίδεται;
Ποιος μας είπε ότι η μόνη τους φιλοδοξία είναι να γίνουν απλοί τεχνικοί• εξαρτήματα, για να συνεχίσει να καλοδουλεύει τούτη η μηχανή, που βλέπει όπως βλέπει τον άνθρωπο, που διοργανώνει έτσι τη ζωή του, που κτίζει μ’ αυτόν τον τρόπο τις πόλεις του; Αυτή η μηχανή που πολτοποιεί, κάνει ανδράποδο τον άνθρωπο, την ευγένεια, την κορωνίδα της δημιουργίας …
Και ποιος μας είπε ότι οι δυνατότητες, οι πτήσεις και οι εφέσεις της ψυχής του ανθρώπου φτάνουν μόνο εκεί που φτάνει η ματιά, ο συναισθηματισμός ή ο ρομαντικός ανθρωπισμός της οποιασδήποτε ιδεαλιστικής ή υλιστικής θεωρίας;
Δεν υποψιαστήκαμε ποτέ ότι ο άνθρωπος δεν χωράει σ’ αυτά τα πλαίσια;
Γιατί να υποσιτίζονται πνευματικά τα παιδιά; Γιατί να τρέφονται με ακαθαρσίες; Γιατί να βασανίζονται;
Ποιος θα σεβαστεί τη φύση και το πρόσωπό τους περισσότερο απ’ όσο θέλει να πετύχει τους δικούς του σκοπούς; Ποιος θα ταπεινωθεί, θα θυσιαστεί, για να ζήσουν οι άλλοι; Ποιος μπορεί να απαλλάξει τα παιδιά από την ανασφάλεια που τα βασανίζει, από τη ναυτία που τα ζαλίζει, από την έλλειψη εμπιστοσύνης που τους δημιούργησαν αυτά που βλέπουν, ακούν και αισθάνονται γύρω τους;
Ποιος θα κάνει κατοικήσιμο το σύμπαν και αγαπητή για τα παιδιά τη ζωή;
Ποιος μπορεί να βοηθήσει τα παιδιά σήμερα να ισορροπήσουν, να βρουν τον δρόμο τους, να χαρούν τη ζωή τους; Ποιος θα τα πείσει, με τη ζωή του, ότι είναι «μείζων ο εν ημίν ή ο εν τω κόσμω»; Ποιος θα τα κάνει να νοιώσουν ότι «η χαρά η εν τω Θεώ» είναι «ισχυροτέρα της παρούσης ζωής»(Αββάς Ισαάκ);
Ποιος μπορεί να τους μιλήσει και να τους προσφέρει «την στοργήν την πάντα πόθον νικώσαν»;
Ποιος μπορεί να βοηθήσει τα παιδιά να μείνουν «αγράμματα», σαν τον Μακρυγιάννη, να μάθουν, να πάρουν τη χάρη του λαού του Θεού και τότε να γίνουν, οι αγράμματοι, οι καλύτεροι πεζογράφοι μας;
Ποιος μπορεί να μας κρατήσει στο ύψος, στο ήθος, στην ελευθερία της «αγραμματοσύνης» του «καθυστερημένου» λαού, που βλάστησε από το χώμα του τα δημοτικά τραγούδια, τις παροιμίες, τους σκοπούς, τα ήθη και τα έθιμα των αρματολών και των κλεφτών;
Όλοι αυτοί οι ήρωες και οι Άγιοί μας έζησαν μέσα στον χώρο και τη χάρι της Εκκλησίας• γι’ αυτό, αγράμματοι όντες, πολλούς σοφίζουσι.
Μέσα στο κλίμα το εύκρατο της Εκκλησίας ο άνθρωπος αποκτά άλλη αντοχή και μέγεθος. Σαν τη ρίζα που σπά τον βράχο. Σαν τον σπόρο που πετάει νέο βλαστάρι, ο άνθρωπος με τη χάρη του Θεού, ξεπερνά το φράγμα του φθαρτού και κτιστού. Και προχωρεί.
( Συνεχίζεται …)
Αλλά φέρεται ως επιχείρημα ότι η απλοποίηση γίνεται για να μην κουράζονται τα παιδιά. Γι’ αυτό, καταργείται η διδασκαλία της γλώσσας των πατέρων μας. Γι’ αυτό, καταργούνται οι τόνοι.
Και ποιος μας είπε ότι δεν θέλει ή δεν πρέπει το παιδί να κουράζεται ;
Πρέπει αυτός που δίνει την αγωγή και προσφέρει παιδεία να ξέρει ποιος κόπος θα ξεκουράσει τον μαθητή και ποια ξεκούραση θα τον φέρει σε αδιέξοδο και ναυτία. Ποια αγωγή θα τον φέρει στην ελευθερία του πνεύματος, θα τον ανδρώσει, και θα είναι ευγνώμων γι’ αυτόν που του έμαθε που και πώς να κουράζεται, για να ξεκουράζεται τώρα στην πηγή της ζωής, τη χαρά που νικά τον θάνατο, όπου τον οδήγησε ο κόπος της παιδείας.
Ποιος μας έδωσε το δικαίωμα, από πού το πήραμε, να καταδικάζουμε δια μιας σ’ αυτή τη σκοτεινή αμάθεια όλα τα παιδιά;
Ποιος μας είπε, που το βρήκαμε γραμμένο ότι όλα τα παιδιά είναι τόσο αφελή και τιποτένια, και χωρούν οι προοπτικές, οι δίψες, οι εφέσεις και απαιτήσεις τους στα στενά και σκυθρωπά όρια που θέτει η αγωγή που τους δίδεται;
Ποιος μας είπε ότι η μόνη τους φιλοδοξία είναι να γίνουν απλοί τεχνικοί• εξαρτήματα, για να συνεχίσει να καλοδουλεύει τούτη η μηχανή, που βλέπει όπως βλέπει τον άνθρωπο, που διοργανώνει έτσι τη ζωή του, που κτίζει μ’ αυτόν τον τρόπο τις πόλεις του; Αυτή η μηχανή που πολτοποιεί, κάνει ανδράποδο τον άνθρωπο, την ευγένεια, την κορωνίδα της δημιουργίας …
Και ποιος μας είπε ότι οι δυνατότητες, οι πτήσεις και οι εφέσεις της ψυχής του ανθρώπου φτάνουν μόνο εκεί που φτάνει η ματιά, ο συναισθηματισμός ή ο ρομαντικός ανθρωπισμός της οποιασδήποτε ιδεαλιστικής ή υλιστικής θεωρίας;
Δεν υποψιαστήκαμε ποτέ ότι ο άνθρωπος δεν χωράει σ’ αυτά τα πλαίσια;
Γιατί να υποσιτίζονται πνευματικά τα παιδιά; Γιατί να τρέφονται με ακαθαρσίες; Γιατί να βασανίζονται;
Ποιος θα σεβαστεί τη φύση και το πρόσωπό τους περισσότερο απ’ όσο θέλει να πετύχει τους δικούς του σκοπούς; Ποιος θα ταπεινωθεί, θα θυσιαστεί, για να ζήσουν οι άλλοι; Ποιος μπορεί να απαλλάξει τα παιδιά από την ανασφάλεια που τα βασανίζει, από τη ναυτία που τα ζαλίζει, από την έλλειψη εμπιστοσύνης που τους δημιούργησαν αυτά που βλέπουν, ακούν και αισθάνονται γύρω τους;
Ποιος θα κάνει κατοικήσιμο το σύμπαν και αγαπητή για τα παιδιά τη ζωή;
Ποιος μπορεί να βοηθήσει τα παιδιά σήμερα να ισορροπήσουν, να βρουν τον δρόμο τους, να χαρούν τη ζωή τους; Ποιος θα τα πείσει, με τη ζωή του, ότι είναι «μείζων ο εν ημίν ή ο εν τω κόσμω»; Ποιος θα τα κάνει να νοιώσουν ότι «η χαρά η εν τω Θεώ» είναι «ισχυροτέρα της παρούσης ζωής»(Αββάς Ισαάκ);
Ποιος μπορεί να τους μιλήσει και να τους προσφέρει «την στοργήν την πάντα πόθον νικώσαν»;
Ποιος μπορεί να βοηθήσει τα παιδιά να μείνουν «αγράμματα», σαν τον Μακρυγιάννη, να μάθουν, να πάρουν τη χάρη του λαού του Θεού και τότε να γίνουν, οι αγράμματοι, οι καλύτεροι πεζογράφοι μας;
Ποιος μπορεί να μας κρατήσει στο ύψος, στο ήθος, στην ελευθερία της «αγραμματοσύνης» του «καθυστερημένου» λαού, που βλάστησε από το χώμα του τα δημοτικά τραγούδια, τις παροιμίες, τους σκοπούς, τα ήθη και τα έθιμα των αρματολών και των κλεφτών;
Όλοι αυτοί οι ήρωες και οι Άγιοί μας έζησαν μέσα στον χώρο και τη χάρι της Εκκλησίας• γι’ αυτό, αγράμματοι όντες, πολλούς σοφίζουσι.
Μέσα στο κλίμα το εύκρατο της Εκκλησίας ο άνθρωπος αποκτά άλλη αντοχή και μέγεθος. Σαν τη ρίζα που σπά τον βράχο. Σαν τον σπόρο που πετάει νέο βλαστάρι, ο άνθρωπος με τη χάρη του Θεού, ξεπερνά το φράγμα του φθαρτού και κτιστού. Και προχωρεί.
( Συνεχίζεται …)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου